Όταν σ’άφησα να φύγεις,
όταν σ’έστειλα να πεθάνεις δηλαδή,
δεν τό ‘ξερα.
-Ποιός τα φάνταζεται τέτοια πράμματα;
Σου είχα μασουλήσει κάτι μισο-κουβέντες,
δικαιολογίες για να πας κι ας μην ήθελες.
Θυμάμαι καθαρά-
Σού φόρεσα το κόκκινο μακώ σου με το δράκο,
και σε φοβέρισα να ‘σαι καλό παιδί.
Σε φίλησα στα βιαστικά μάλλον;
-Είχατε αργήσει. Πρέπει κάτι να μου ζήτησες.
Δεν θυμάμαι να σου είπα πόσο σ’αγαπώ,
Δεν είπα και πολλά-
για κάτι ασήμαντο λογόφερνα με τον πατέρα σου.